Κυριακή 30 Αυγούστου 2015

Κρίση, ατομική ιδιοκτησία και κοινωνική ανισότητα





Κρίση,

ατομική ιδιοκτησία και

κοινωνική ανισότητα (Ι) & (ΙΙ)

(Μια σύντομη προσέγγιση)

* Πίνακας: «Καρπούζια» του Διαμαντή Διαμαντόπουλου

Γράφει ο Κώστας Λάμπος

«Ο νόμος του θεού δεν μου παρέχει ιδιοκτησία, ούτε ο νόμος της
Φύσης, η ιδιοκτησία έχει συσταθεί από τους ανθρώπους […]
Το πολίτευμα θεμελιώνει την ιδιοκτησία»
Henry Ireton[1]
«Γράφοντας κατά της ιδιοκτησίας εγείρω δίκη για κυριότητα σε ολόκληρη την κοινωνία και συνεπώς όσοι δεν κατέχουν σήμερα τίποτα είναι εξίσου ιδιοκτήτες με εκείνους που κατέχουν. Αντί όμως να συμπεράνω ότι η ιδιοκτησία πρέπει να μοιραστεί σε όλους προτείνω, με μέτρο τη γενική ασφάλεια, να καταργηθεί για όλους»
Πιέρ Ζοζέφ Προυντόν[2]

Η τρέχουσα παγκόσμια καθολική κρίση δεν ήρθε από το πουθενά, ούτε αποτελεί προϊόν συνομωσίας μεταφυσικών δυνάμεων, γιατί τέτοιες δυνάμεις δεν υπάρχουν. Είναι το αποτέλεσμα του τρόπου παραγωγής και διανομής των αγαθών που είναι αναγκαία για την ικανοποίηση ανθρώπινων και κοινωνικών αναγκών. Είναι προϊόν του καπιταλισμού που στηρίζεται πάνω στην ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και στην κοινωνική ανισότητα, πάνω στη νομιμοποιημένη κλοπή του προϊόντος των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού. Είναι ένα διαρκές έγκλημα σε βάρος της ανθρωπότητας που μπορεί και πρέπει να σταματήσει, αλλά για να συμβεί αυτό θα πρέπει επιτέλους να αρχίσουμε να μιλάμε για να κατανοήσουμε όλοι τους όρους της υπέρβασής του.
*
Σύμφωνα με την εξουσιαστική και κίβδηλη ‘αιώνια λογική των θεών και των νόμων’ η κλοπή, όπως πολύ παραστατικά την περιέγραψε ο Βίκτωρ Ουγκώ, είναι πράξη των ‘αθλίων’ και πεινασμένων ενάντια στους ‘νοικοκυραίους’, τους κατέχοντες και χορτασμένους. Αντίθετα η συσσώρευση του πλούτου και της κάθε λογής ιδιοκτησίας στα περιουσιακά στοιχεία όλο και λιγότερων φυσικών και νομικών προσώπων αποτελεί δείγμα εργατικότητας, δημιουργικότητας, ευφυΐας, εντιμότητας, αρχοντιάς, ‘ανθρωπισμού’ και πατριωτισμού. Με αυτή την έννοια η ατομική ιδιοκτησία αναδείχτηκε, από όλες τις εξουσίες, ως το υπέρτατο και το ιερότερο δικαίωμα και παρά το γεγονός πως οδήγησε τις κοινωνίες σε ακραίες κοινωνικές, περιφερειακές και εθνικές ανισότητες. Είναι προφανές πως σήμερα η ανθρωπότητα βρίσκεται σε ένα επικίνδυνο αδιέξοδο, από το οποίο για να βγει δεν φτάνουν πια οι συνταγές των τεχνοκρατών οικονομολόγων και τα γιατροσόφια των επαγγελματιών πολιτικών που βρίσκονται σε σχέση υπαλληλίας με το κεφάλαιο. Αντίθετα, άτομα, κοινωνίες και ανθρωπότητα συνολικά οφείλουμε να αναζητήσουμε την πρώτη αιτία που λοξοδρόμησε την εξέλιξη της ανθρωπότητας και να αξιολογήσουμε τους όρους κίνησης της ανθρώπινης ιστορίας με βάση την αρχή του «πάντων πραγμάτων μέτρον άνθρωπος».
Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή.
Από μια πιο κοντινή οπτική γωνιά θα μπορούσαμε να δούμε το κεφάλαιο ως την εξουσία που ασκεί ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ο κεφαλαιούχος, πάνω στην εργασία άλλου τυπικά ελεύθερου, αλλά στην ουσία εξαρτημένου από τον κεφαλαιούχο, φυσικού προσώπου, του εργαζόμενου, έναντι κάποιας αμοιβής. Αυτή η αμοιβή αποτελεί το αντάλλαγμα για την εκχώρηση από τον εργαζόμενο-παραγωγό του δικαιώματος της αποκλειστικής κυριότητας του κεφαλαιούχου πάνω στα δημιουργήματα της εργασίας του, με αποτέλεσμα κάθε νέο από τα δημιουργήματα της ζωντανής εργασίας να παίρνει την υλική μορφή του νέου κεφαλαίου, το οποίο συσσωρευόμενο διαρκώς δίνει ακόμα περισσότερη εξουσία στον κεφαλαιούχο και στην τάξη του που την καθιστά εξουσιαστή ολόκληρης της κοινωνίας. Όταν μάλιστα παίρνουν την ειδική μορφή των μέσων παραγωγής τότε συμβαίνει τα μέσα παραγωγής, ως νεκρή-ιστορική εργασία, σε συνθήκες καπιταλισμού να στρέφονται ενάντια στους δημιουργούς τους που είναι η ζωντανή εργασία των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού. Πρόκειται δηλαδή για μια κοινωνική σχέση που καθορίζει ρόλο εξουσιαστή για τους λίγους και εξουσιαζόμενου για τους πολλούς και καταγράφεται ως καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής ή απλά ως καπιταλισμός. Αυτή η διάσπαση της κοινωνίας σε δυό κύριες τάξεις αποτελεί την αποτύπωση του κυρίαρχου κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας, δηλαδή της παραγωγής, σε αντίθεση με τον δευτερεύοντα τεχνικό καταμερισμό της παραγωγής, που αποτυπώνει τη διαφορετικότητα ως προς τον τομέα ή τον κλάδο της οικονομίας και την ειδικότητα ως προς είδος της εργασίας[3]. Είναι ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας που διασπά την κοινωνία στις δυό κύριες κοινωνικές τάξεις με αντικρουόμενα συμφέροντα, στους ιδιοκτήτες εξουσιαστές-εκμεταλλευτές και στους εξουσιαζόμενους-εκμεταλλευόμενους, που προκαλεί τριβές, συγκρούσεις και καταστροφικούς πολέμους και είναι αυτός που πρέπει να ανατραπεί για την επανένωση της κοινωνίας και την υπαγωγή της οικονομίας στην ενιαία αμεσοδημοκρατικά αυτοδιευθυνόμενη κοινωνία. Βέβαια ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας που διασπά την κοινωνία σε φτωχούς και πλούσιους, σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους κάνει την εμφάνισή του και σε διεθνές-παγκόσμιο επίπεδο ως «διεθνής καταμερισμός της εργασίας»[4], που διασπά την ανθρωπότητα σε φτωχές και εξουσιαζόμενες και σε πλούσιες και εξουσιαστικές χώρες, με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα.
Τα δημιουργήματα, τα προϊόντα της εργασίας των εργαζομένων τόσο ως αξίες χρήσης, όσο και ως ανταλλακτικές, καταναλωτικές, διαρκείς ή πάγιες αξίες εμπεριέχουν την αναλογία του μισθού των εργαζόμενων, και όλες τις άλλες δαπάνες που κατέβαλε ο καπιταλιστής για την παραγωγή τους. Αυτό το άθροισμα μας δίνει το συνολικό κόστος παραγωγής. Όταν αυτές οι αξίες γίνονται εμπορεύματα και πωλούνται στην αγορά, τότε ο καπιταλιστής ιδιοποιείται τη διαφορά μεταξύ τιμής πώλησης και κόστους παραγωγής, η οποία και αποτελεί το κέρδος του, το οποίο, ως τιμή καταναλωτή είναι συνήθως πολλαπλάσιο του συνολικού μοναδιαίου κόστους παραγωγής. Η συσσώρευση των κερδών και των υπερκερδών αποτελεί τον πλούτο του καπιταλιστή, ο οποίος πλούτος παίρνει διάφορες αντικειμενικές μορφές, όπως εργαλεία και μηχανές κάθε είδους, κτίρια, πρώτες ύλες, χρηματικά ποσά στο ταμείο του και καταθέσεις στις τράπεζες και διάφορα άλλα υλικά και άυλα περιουσιακά στοιχεία. Το σημαντικότερο όμως είναι πως ο κλεμμένος κοινωνικός πλούτος στα χέρια της τάξης των καπιταλιστών παίρνει και τη μορφή της εξουσίας πάνω στους θεσμούς, πάνω στο κράτος και πάνω στην ίδια την κοινωνία, με αποτέλεσμα ο νομοθέτης να ενεργεί καθ’ υπαγόρευση, η κυβέρνηση, η Δημόσια Διοίκηση και όλοι οι μηχανισμοί του κράτους να λειτουργούν σε βάρος της Εργασίας, της κοινωνίας, της ανθρωπότητας και του πολιτισμού της.
Είναι προφανές πως αυτός ο πλούτος, που ενώ δημιουργήθηκε από όλη την κοινωνία, ανήκει τελικά στους λίγους κεφαλαιοκράτες μόνο και μόνο επειδή διαθέτουν την εξουσία πάνω στην εργασία των εργαζόμενων και την ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής και συνεπώς και στα προϊόντα της εργασίας τους. Οι κεφαλαιοκράτες ισχυρίζονται πως αυτή την εξουσία τη διαθέτουν νόμιμα, αποσιωπούν όμως σκόπιμα, πως δεν νομοθετεί η κοινωνία, αλλά η νομοθετική, η κρατική και η κυβερνητική εξουσία που ελέγχεται από τους ίδιους που ελέγχουν τον πλούτο. Το γεγονός μάλιστα, όπως αποκαλύπτουν οι στατιστικές του ΟΗΕ, πως το 15-20% του παγκόσμιου πληθυσμού, ελέγχει το 80% και πλέον του παγκόσμιου πλούτου και συνεπώς το 80% του παγκόσμιου πληθυσμού είναι αναγκασμένο να φυτοζωεί με το υπόλοιπο 20% του παγκόσμιου πλούτου, αποδείχνει περίτρανα πως αυτοί οι νόμοι που επιτρέπουν, στην πραγματικότητα επιβάλλουν βίαια, αυτή την ανισότητα και συνεπώς αυτή την αδικία είναι παράνομοι και συνεπώς πρέπει να καταργηθούν για να αποκατασταθεί η ισότητα και συνεπώς η ισονομία, η ισοπολιτεία, η ελευθερία και η ειρήνη στις επιμέρους κοινωνίες και στην ανθρωπότητα συνολικά.
Βέβαια τα 'αφεντικά του πλανήτη', που βλέπουν τα πράγματα από τη δική τους οπτική γωνία και σύμφωνα με τα συμφέροντά τους, φορτώνουν το πρόβλημα της φτώχειας στους ίδιους τους φτωχούς και τους αντιμετωπίζουν ως ‘πλεονάζοντα πληθυσμό’, δηλαδή ως υπερπληθυσμό. Νεκρανασταίνουν τις απάνθρωπες και αντεπιστημονικές θεωρίες[5] του Thomas Malthus (1766 -1834)[6], αλλά επειδή προφανώς τις βρίσκουν ανεπαρκείς για την αντιμετώπιση του προβλήματος, γι’ αυτό «μέσα στο δικό τους γεωπολιτικό όραμα οι ‘κύριοι του κόσμου’ θεωρούν πως είναι αναγκαίο ο παγκόσμιος πληθυσμός να μειωθεί στα 600 εκατομμύρια (από τα 7,3 δισεκατομμύρια) κατοίκους, μέγεθος που κατά τη γνώμη τους είναι συμβατό με την επιβίωση της βιόσφαιρας όσο και με τη διατήρηση των προνομίων τους. Αυτά τα θέματα συζητούνται με τη μεγαλύτερη σοβαρότητα στην οργάνωση Bilderberg, αυτή τη μισομυστική εταιρεία της πλανητικής ελίτ. Είτε πρόκειται για αυτοτύφλωση είτε για κυνική διάυγεια πνεύματος, οι καινούργιοι κύριοι του κόσμου δεν σκοπεύουν σε καμιά περίπτωση να αφήσουν τους λαούς να διαλέξουν την τύχη τους. Η επιβίωση των business, των κερδών και των προνομίων είναι πιο σημαντική από αυτή του πλανήτη, ή εν πάσει περιπτώσει της πλειονότητας του πληθυσμού του»[7].
Η λογική της αρμονίας της Φύσης και των χιλιετιών της ιστορίας και των Λαών λέει πως οι νόμοι που κατοχυρώνουν το σφετερισμό του κοινωνικού πλούτου από μια μικρή μειοψηφία, οπλισμένη με φονικά μέσα, μηχανισμούς Φόβου[8] και παραπληροφόρησης και προκαλούν φρικαλέες ανισότητες, καταστροφές και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας είναι άδικοι. Τότε η λογική της ζωής και της δικαιοσύνης, λέει πως είναι άμεση ανάγκη να λογικευτεί η ανθρωπότητα και να αντικαταστήσει αυτούς τους άδικους ταξικούς και απάνθρωπους νόμους που κατοχυρώνουν την κλοπή-ιδιοκτησία, με άλλους που θα τη βοηθήσουν να θεραπεύσει τις πληγές της, να εξαλείψει το Φόβο, τη βία, τον πόλεμο και την πείνα. Και φυσικά δεν είναι ιδιοκτησία η αυθαίρετη «καμαρούλα μια σταλιά», ούτε το υποθηκευμένο στην τράπεζα διαμέρισμα του μεροκαματιάρη, γιατί αυτό είναι μια πλασματική ιδιοκτησία, είναι μια ψευδαίσθηση ιδιοκτησίας που λειτουργεί ως ιστός της αράχνης, με τον οποίο ο καπιταλισμός κρατάει δεμένα στο άρμα του για να απομυζά μια ζωή τα θύματά του.
Και πάλι η λογική της ιστορίας των Λαών διδάσκει πως η μόνη ουσιαστική, αναφαίρετη και αμεταβίβαστη προσωπική-ατομική ιδιοκτησία για το κάθε ανθρώπινο πλάσμα μπορεί να είναι μόνο το πλήρως δηλωτικό, αποκλειστικό και μοναδικό όνομά του, που το παίρνει μαζί του με το θάνατό του[9]. Όλα τα άλλα περιουσιακά στοιχεία που αποκτά ο καθένας στη ζωή του, προκύπτουν από τα εκάστοτε εθιμικά και ‘νόμιμα κεκτημένα’ που στηρίζονται στην υποτιθέμενη ‘κοινωνική συμφωνία’, όπως την υπαγορεύει και τη διαμορφώνει το δίκαιο του εκάστοτε ισχυρότερου, δηλαδή η βία[10].
Για να κατανοήσουμε, όμως, την ιδιοκτησία ως έννοια και ως κοινωνική κατηγορία, θα πρέπει να τη διακρίνουμε σε καπιταλιστική ιδιοκτησία μέσων παραγωγής και εμπορευματικής δραστηριότητας και σε οικοκτησία των απαραίτητων κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων για την επιβίωση της οικογένειας[11]. Στη συνέχεια πρέπει να εξετάσουμε τις διαφορετικές συνθήκες που οδήγησαν στη δημιουργία της μιάς και της άλλης, οι οποίες και θα φωτίσουν το διαφορετικό κοινωνικό ρόλο της καθεμιάς κατηγορίας ιδιοκτησίας. Είναι ιστορικά βεβαιωμένο πως πριν από την εμφάνιση της πατριαρχίας, της θρησκείας και του κράτους δεν υπήρχε ατομική ιδιοκτησία, αλλά κοινοκτησία. Ο λόγος γι’ αυτό είναι πως στα πλαίσια της πρωτόγονης κοινότητας οι ανάγκες όλων των μελών της, δεν ήταν ατομική υπόθεση του καθενός ξεχωριστά, αλλά υπόθεση ολόκληρης της κοινότητας. Το γεγονός μάλιστα της ίσης και χωρίς καταχρηστικές διακρίσεις αντιμετώπισης των αναγκών όλων των μελών της κοινότητας, σε συνδυασμό με τη συμμετοχή όλων στη λήψη των αποφάσεων, δεν άφηνε περιθώρια και δεν αποτελούσε και κίνητρο για αποκοπή από την κοινότητα η οποία πρόσφερε στο μέγιστο δυνατό βαθμό ασφάλεια σε όλα τα μέλη της. Αντίθετα η όποια διαφορετική αντιμετώπιση της ισότητας προς την κατεύθυνση της ανισότητας αποτελούσε επικίνδυνη επιλογή για όποιον θα το αποτολμούσε ή το αποτόλμησε.
Με την εμφάνιση του κράτους, όπως είδαμε, εμφανίστηκε και η ιδιοκτησία πάνω στη γη[12]. Αρχικά η ατομική ιδιοκτησία πάνω στη γη και στους υπόδουλους ανθρώπους ήταν προϊόν αυθαίρετης βίας του νικητή πάνω στους ηττημένους, πράγμα όμως που δεν ήταν γενικά κοινωνικά αποδεκτό και κατά συνέπεια ήταν αμφισβητήσιμο με αποτέλεσμα τη διαρκή κοινωνική σύγκρουση. Κοινωνικά αποδεκτή η ατομική ιδιοκτησία πάνω στη γη γίνεται για πρώτη φορά με την «Παγίδα του Σόλωνα»[13], ο οποίος πίστεψε πως με την καθιέρωση κληρονομικού δικαίου, που επικύρωνε, στα πλαίσια της Σεισάχθειας, 592-1 π. Χ, την ατομική ιδιοκτησία πάνω στη γη, θα εξασφάλιζε σχέσεις κοινωνικής ειρήνης στην Αθηναϊκή Δημοκρατία[14]. Το αντίθετο ακριβώς συνέβει και από τότε, αντί ο πλανήτης να ανήκει ισότιμα στους κατοίκους του, έγινε αντικείμενο ιδιωτικής κατάκτησης και ατομικής περιουσίας. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα, να είναι αναγκαία μια παγκόσμιας εμβέλειας Αντι-Σεισάχθεια, η οποία για να είναι ευεργετική για τα θύματα του δικαιώματος της ατομικής ιδιοκτησίας και να δίνει προοπτική στην ανθρωπότητα συνολικά δεν θα πρέπει να καταργεί μόνο τα χρέη των εργαζόμενων στις τράπεζες και στους τοκογλύφους, αλλά να συνοδεύεται και από την οριστική και απόλυτη κατάργηση του δικαιώματος κάθε μορφής ιδιοκτησίας και συνεπώς κάθε μορφής εξουσίας ανθρώπου πάνω σε άνθρωπο, αλλά και πάνω σε πράγματα.
Όπως ήταν φυσικό μετά την ‘Νομοθετική Παγίδα του Σόλωνα’ η ιδιοκτησία πάνω στη γη έγινε προνόμιο των νικητών και των κυβερνώντων και πήρε τη μορφή ενός επιθετικού ταξικού προνομίου καταλήγοντας σε κυρίαρχη επιθετική ιδιοκτησία σε βάρος των ακτημόνων. Στην πορεία αυτή η ιδιοκτησία τόσο με τη μορφή της απόλυτης ιδιοκτησίας πάνω στη γη και στους δούλους, όσο και με τη μορφή της δουλοπαροικής εξουσίας που ήταν απόλυτη πάνω στη γη, αλλά σχετική πάνω στους δουλοπάροικους ήταν αναγκασμένη να φροντίζει για την εξασφάλιση ενός ελάχιστου ορίου διαβίωσης των δούλων και των δουλοπάροικων. Με την αστική αγροτική μεταρρύθμιση και το «μοίρασμα της γης στους καλλιεργητές της», ο καπιταλισμός άφησε τους αγρότες να αντιμετωπίσουν μόνοι τους το πρόβλημα της επιβίωσής τους, πράγμα που δεν έγινε κατορθωτό εξαιτίας της ληστρικής εκμετάλλευσης της αγροτιάς από το βιομηχανικό και το μεταπρατικό εμπορικό κεφάλαιο, με αποτέλεσμα οι εξαθλιωμένοι αγρότες να καταφύγουν στις πόλεις για να ζητήσουν, ως ανειδίκευτο και φτηνό εργατικό δυναμικό, δουλειά στη βιομηχανία, πουλώντας συνήθως και τα χωράφια τους για να ξεπληρώσουν τους δανειστές τους.
Στην πορεία το σύστημα άφηνε πάντα κάποια μικρά περιθώρια στους εργαζόμενους, να αποκτούν με τις όποιες οικονομίες σκληρού μόχθου, αλά και με απλόχερο τραπεζικό δανεισμό, ένα αυθαίρετο σπιτάκι ή διαμέρισμα, κάποια διαρκή καταναλωτικά αγαθά, ίσως και κάποιο φτηνό μεταφορικό μέσο, με στόχο να καλύπτουν το κενό κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας που άφηνε το καπιταλιστικό κράτος. Αυτή η διαδικασία δεν έφερνε μόνο πρόσθετα τοκογλυφικά κέρδη στο κεφάλαιο, αλλά λειτουργούσε και ως βαλβίδα εκτόνωσης της κοινωνικής πίεσης για περισσότερο κοινωνικό κράτος. Γι’ αυτό αυτή η ατομική ιδιοκτησία του εργαζόμενου δεν έχει τίποτα κοινό με την απάνθρωπη ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ψευδαίσθηση ιδιοκτησίας και ως ιδιοκτησία που λειτουργεί ως βαλβίδα κοινωνικής εκτόνωσης, πράγμα που καταρρίπτει τους ισχυρισμούς της αστικής ιντελιγκέντσιας περί ‘φετιχισμού της ιδιοκτησίας’ και περί κτητικής απληστίας της ανθρώπινης φύσης γενικά. Κανένας λογικός άνθρωπος και περισσότερο κανένας εργαζόμενος δεν θα έμπαινε στην περιπέτεια να χτίσει ‘πετραδάκι-πετραδάκι’ ένα αυθαίρετο και να τραβιέται μιά ζωή με τις μιζοτρεφόμενες πολεοδομίες, δημαρχίες, δασαρχείες, αστυνομίες, εφορίες και τις τοκογλυφικές τράπεζες, χωρίς να έχει και μια στέγη της προκοπής, αν η Πολιτεία του πρόσφερε, ως οφείλει, μια ανθρώπινη κατοικία στα πλαίσια μιάς κοινωνικής στεγαστικής πολιτικής, που θα στοίχιζε πολύ λιγότερο και θα ήταν και πιο ανθρώπινη. Είναι φανερό πως η όποια ιδιοκτησία των εργαζόμενων αποτελεί μια επιπλέον συνθήκη εκμετάλλευσής τους από το κεφάλαιο σε αντίθεση με την ιδιοκτησία των καπιταλιστών που τους επιτρέπει να εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους.
Το κεφάλαιο δεν άργησε να καταλάβει τη σημασία αυτής της μορφής ιδιοκτησίας για το σύστημα και γι’ αυτό τη διεύρυνε στον υπέρτατο βαθμό με τη θεοποίηση του καταναλωτισμού, που αλλοίωσε σε μεγάλο βαθμό την ταξική και κοινωνική συνείδηση των εργαζόμενων, αναδείχνοντας αυτή την ιδιοκτησία-παγίδα σε μηχανισμό απορρόφησης των κοινωνικών κραδασμών και συγκρούσεων. Με αυτόν τον τρόπο, πολλοί εργαζόμενοι ταυτίστηκαν σε ένα βαθμό με το σύστημα και αντί να αγωνίζονται για την ανατροπή του καπιταλισμού και την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, με προοπτική ένα καλύτερο, ανθρωπινότερο, δικαιότερο κόσμο, αγωνίζονται για την ‘ιερότητα της ιδιοκτησίας’ και συνεπώς υπέρ της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας.
Ο σύγχρονος ορισμός ταυτίζει την ιδιοκτησία με την απόλυτη εξουσία, το αποκλειστικό δικαίωμα κάποιου στη χρήση και στην εκμετάλλευση ενός πράγματος. Η λεγόμενη φιλελεύθερη νομική και νεοφιλελεύθερη-νεοκλασική οικονομική αντίληψη, πλαστογραφώντας την ιστορία της νηπιακής ηλικίας της ανθρωπότητας, αλλά και των σύγχρονων, εκτός συστήματος, εξισωτικών κοινωνιών, θεωρούν την ιδιοκτησία αιώνιο και αναλλοίωτο ‘φυσικό δικαίωμα’[15]. Πρόκειται φυσικά για την αντίληψη της κυρίαρχης τάξης, οι προκάτοχοι της οποίας χαρακτήριζαν τους ηττημένους συνανθρώπους τους πράγμα, ‘res’, τους οποίους μετέτρεπαν σε δούλους και ασκούσαν πάνω τους όχι μόνο το δικαίωμα της χρήσης και της εκμετάλλευσής τους, αλλά και το δικαίωμα της κατάχρησης εξουσίας που έφτανε μέχρι τη θανάτωσή τους.
Από τότε το δικαίωμα ιδιοκτησίας καθώς επίσης και οι μορφές της ιδιοκτησίας διαφοροποιούνται, εξελίσσονται και αλλάζουν ανάλογα με το συσχετισμό των κοινωνικών δυνάμεων. Τον 19ο και κύρια τον 20ο αιώνα σε κάθε προσπάθεια συνταγματικής κατοχύρωσης της ιδιοκτησίας παρατηρείται μια ‘ρωγμή’ που θέλει το δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας να υπόκειται στο ‘γενικό συμφέρον’. Αυτή τη ρωγμή κάποιοι την είπαν υποκριτικά και ‘σοσιαλμανία’. Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική, γιατί στα καπιταλιστικά συντάγματα αυτή η ρωγμή εμφανίζεται από τότε που ο Ναπολέων, ο Μέτερνιχ και αργότερα ο Μπίσμαρκ έκαναν τις πρώτες κρατικοποιήσεις[16] για να διευκολύνουν κάποιους χρεοκοπημένους καπιταλιστές, αλλά και για τη δημιουργία των αναγκαίων για την ανάπτυξη του καπιταλισμού υποδομών, όπως δρόμοι, λιμάνια, σιδηρόδρομοι, ενέργεια, ταχυδρομείο κ.λπ., με τους φόρους των εργαζόμενων. Η ιστορία της ιδιοκτησίας, ως ιστορία των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, πείθει όλο και περισσότερο για την αναγκαιότητα της κατάργησής της. Η εργαζόμενη κοινωνία διατυπώνει σταθερά την απαίτηση για την πλήρη κατάργηση του δικαιώματος της ατομικής ιδιοκτησίας και την κοινωνικοποίηση όλων των μορφών πλούτου υπέρ της ισότητας της κοινωνικής δικαιοσύνης και της κοινωνικής ευημερίας[17].
Είναι αυτή η εξέλιξη, η οποία οδηγώντας στην υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου σε ελάχιστα χέρια, καθιστούσε την κυρίαρχη τάξη ανίκανη να ανταποκριθεί, ως ηγέτιδα τάξη, στις υποχρεώσεις της απέναντι στην κοινωνία και στην ανθρωπότητα, πράγμα που όξυνε την κοινωνική δυσαρέσκεια, τις ταξικές συγκρούσεις και έθετε υπό αμφισβήτηση την αναγκαιότητα ύπαρξης ατομικής ιδιοκτησίας και μιας τέτοιας ατομικής-ταξικής-κρατικής εξουσίας και συνεπώς οδηγούσε στη σκέψη για την αναγκαιότητα ανατροπής του καπιταλισμού. Το κατεστημένο κομμάτι της αμερικανικής πανεπιστημιακής διανόησης που είναι ταγμένο να φυλάει ‘τα όσια του καπιταλισμού’ απέναντι στην απειλή του ‘βάρβαρου κομμουνισμού’ άρχισε να κάνει διαπιστώσεις πως η συγκέντρωση του κεφαλαίου σε λίγα χέρια είναι χαρακτηριστικό του «πρωτόγονου καπιταλισμού»[18]. Οπότε άρχισε να κάνει προτάσεις άμεσης και αποτελεσματικής εξουδετέρωσης των αρπακτικών συγκεντρωτικών και μονοπωλιακών καταστάσεων του κεφαλαίου και της διάχυσής του με τη μορφή των μετοχών στα λαϊκά στρώματα, όσο θα στενεύει η δυνατότητα να κερδίζουν οι άνθρωποι τα μέσα για τη συντήρησή τους παρέχοντας την εργασία τους.
*
Κρίση, ατομική ιδιοκτησία και κοινωνική ανισότητα (ΙΙ)


Σκίτσο Δημήτρη Κουταρέλη

Μια προσεκτική ανάγνωση αυτής της νεοκλασικής θεωρίας και νεοφιλελεύθερης πολιτικής ιδεολογίας του κεφαλαίου φέρνει στη μνήμη μας τον τρόπο με τον οποίο η καπιταλιστική τάξη κατάφερε να διαλύσει τη φεουδαρχική τάξη μοιράζοντας τη μεγάλη γαιοκτησία στους απελεύθερους κολίγους, στους ακτήμονες καλλιεργητές της, ενώ θα έπρεπε, σύμφωνα με τις αρχές του οικονομικού ορθολογισμού, να συγκροτήσει μεγάλους παραγωγικούς αγροτοβιομηχανικούς συνεταιρισμούς[19], που και ώθηση στην ανάπτυξη θα έδιναν και καλύτερες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης στους συνεταιριζόμενους παραγωγούς θα πρόσφεραν, πράγμα που ελεγχόμενα έκαναν αργότερα όλες οι καπιταλιστικές χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Αυτή η κονιορτοποίηση της παραγωγικής γης στις καπιταλιστικές μητροπόλεις δεν επέτρεψε μόνο το σφετερισμό της γαιοπροσόδου από το σταθερά και γρήγορα ανερχόμενο εμπορικό και βιομηχανικό κεφάλαιο, αλλά εξασφάλισε και την πολιτική ανοχή ή ακόμα και την πολιτική συμπάθεια των μικροαγροτών που από κολίγοι και ακτήμονες αγρεργάτες βρέθηκαν ξαφνικά ‘αφεντικά’, ιδιοκτήτες γης. Αλλά δεν άργησαν να καταλάβουν πως από κολίγοι των τσιφλικάδων έγιναν δούλοι, οιονεί εξαρτημένοι κατ’ οίκον εργάτες, του εμπορικού, του τραπεζικού κεφαλαίου και βιομηχανικού κεφάλαιου, πολλοί από τους οποίους αναγκάστηκαν να ζουν σε πολύ χειρότερες συνθήκες από πριν[20].
Στα πλαίσια αυτής της λογικής διαμορφώθηκε η πρόταση να διευρυνθεί προς τα κάτω, προς το προλεταριάτο η μορφή της ‘ανώνυμης μετοχικής εταιρίας’ και, για να εξασφαλίσει ανέξοδη χρηματοδότηση, άρχισε να πουλάει σε μικροκαταθέτες ιδιοκτησιακά δικαιώματα με τη μορφή των μετοχών. Βγήκαν λοιπόν στο ντελάλι οι θεωρητικοί της «καπιταλιστικής επανάστασης» που θα φέρει τον «καθαρό καπιταλισμό» και για να ρίξουν τον πυρετό των ταξικών συγκρούσεων πρότειναν «τη δημιουργία οργανισμών που θα ‘εφοδιάζουν τους εργαζόμενους, ύστερα από μερικά χρόνια εργασίας με μετοχές ανώνυμων εταιρειών που το εισόδημά τους θα τους παρέχει τη δυνατότητα να εξακολουθήσουν να συμμετέχουν στην παραγωγή συνεισφέροντας πιά κεφάλαιο αντί της εργασίας των»[21]. Με διάφορους τρόπους ακολούθησε πλημμυρίδα εκλαϊκευμένων δημοσιεύσεων που έκαναν λόγο για τον ‘Αμερικάνικο’, τον ‘Μοντέρνο’, το ‘Λαϊκό Καπιταλισμό’, με στόχο το «καπιταλιστικό μανιφέστο να αντικαταστήσει το κομμουνιστικό μανιφέστο»[22] και συνεπώς ο καπιταλισμός να βάλει στο περιθώριο το αίτημα των εργαζόμενων για σοσιαλισμό της κοινωνικής ισότητας και της άμεσης δημοκρατίας. Για να το πετύχουν αυτό υιοθέτησαν και τις προτάσεις των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων και των συνδικάτων για participation, Mitbestimmung και συμμετοχή των εργαζόμενων στα όργανα λήψης των αποφάσεων, «αλλά μέχρι του σημείου που δεν θα κινδύνευε το σύστημα της αγοράς και η έννοια της ιδιοκτησίας»[23].
Η ‘εργατική συμμετοχή’ και τα ‘χαρτιά’, δηλαδή οι μετοχές αποδείχτηκαν πολύ γρήγορα ‘άνευ πραγματικής αξίας’, αφού το ‘πλειοψηφικό πακέτο’ παρουσίαζε συνήθως ‘ζημιές’ και συνεπώς δεν έδινε ‘μέρισμα’ και όχι σπάνια οδηγούσε τις μετοχικές εταιρείες σε πραγματική ή εικονική χρεοκοπία. Κατάφερε όμως έτσι, για κάμποσο διάστημα, να δώσει ‘κοινωνικό χαρακτήρα’ στον καπιταλισμό και μάλιστα επέλεξε να μιλήσει με τη βοήθεια του ιδεολογήματος περί ‘Λαϊκού Καπιταλισμού’ ακόμα και για κατάργηση των τάξεων. Με αυτόν τον αποπροσανατολισμό των εργαζόμενων και με την παραγωγική αξιοποίηση της τεχνολογικής επανάστασης ο καπιταλισμός κατάφερε στην περίοδο των τελευταίων σαράντα ετών να υπερτριπλασιάσει την παραγωγικότητα, χωρίς ωστόσο να αυξήσει αντίστοιχα την πραγματική αμοιβή της εργασίας. Σήμερα όλοι γνωρίζουμε ότι αυτή η αναντιστοιχία μεταξύ παραγωγικότητας και αμοιβής της εργασίας, αντί να περιορίσει τη συγκέντρωση του κεφαλαίου, όπως πίστευαν οι συντάκτες του ‘καπιταλιστικού μανιφέστου’, το βοήθησε σε μια ακόμα μεγαλύτερη συγκεντροποίηση, με συνέπεια βέβαια την απαξίωση της μισθωτής εργασίας και την αύξηση της ανεργίας, με άμεσο αποτέλεσμα τη χειροτέρευση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης της εργαζόμενης κοινωνίας-ανθρωπότητας.
Το χάος που δημιουργήθηκε με την εισοδηματική υστέρηση των εργαζόμενων, που αποτελούν και τον κύριο όγκο της ενεργούς ζήτησης, ανάδειξε και πάλι μια κρίση υποκατανάλωσης και στασιμότητας, για την αντιμετώπιση της οποίας η νεοκλασική οικονομική θεωρία και η νεοφιλελεύθερη πολιτική δεν επέλεξαν την εφαρμογή κάποιας κεϋνσιανής συνταγής αύξησης των δημοσίων επενδύσεων και του κοινωνικού κράτους, αφού δεν μπορούσαν να σκεφτούν κάτι έξω, πέρα και ενάντια στον καπιταλισμό, αλλά τη νεοφιλελεύθερη συνταγή της κάλυψης της υστέρησης του εισοδήματος των εργαζόμενων και της ρευστότητας των επιχειρήσεων, κύρια των μικρομεσαίων, με άφθονο τοκογλυφικό τραπεζικό δανεισμό. Αυτή η πολιτική έφερε, τα πρώτα χρόνια, υπερβολικά κέρδη στις τράπεζες και μεγάλο πλούτο στους μεγαλομετόχους τους, αλλά και πολλές επισφάλειες με αποτέλεσμα την τρέχουσα τραπεζική κρίση ρευστότητας, την υποχρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας και συνεπώς την υφεσιακή κρίση οικονομίας με έκρηξη της ανεργίας, αλλά έφερε και την κοινωνία απέναντι στο σύστημα. Και όλα αυτά όχι γιατί δεν υπάρχουν κεφάλαια, αλλά γιατί υπάρχουν πάρα πολλά κεφάλαια, μόνο που αυτά βρίσκονται στα χέρια λίγων, των αρχιτεκτόνων του καπιταλιστικού παράδοξου που γεννάει το χάος, την καταστροφή και την καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Το τραγικό προσωπείο αυτής της καπιταλιστικής λεηλασίας του εισοδήματος των εργαζόμενων θα φανεί, όταν και εφόσον, μετά την κρίση επανασυγκρότησης του καπιταλισμού, διαμορφωθεί ή νέα ισορροπία με απόλυτο κυρίαρχο το ηγεμονικό κεφάλαιο, οπότε και η βίαιη είσπραξη των δανείων θα πάρει τη μορφή ενός τσουνάμι κατασχέσεων των υποθηκευμένων, και όχι μόνο, περιουσιακών στοιχείων των χρεωστών. Τότε θα γίνει κατανοητό από όλους, πως τα περιουσιακά ψίχουλα που μοιράζει ο καπιταλισμός, δεν είναι παρά οι αόρατες αλυσίδες με τις οποίες το κεφάλαιο σέρνει τους εργαζόμενους στο άρμα του, για να αναβάλλει τη μέρα που οι επιμέρους κοινωνίες και συνολικά η ανθρωπότητα θα αποφασίσουν να στείλουν το δικαστικό κλητήρα της ιστορίας, για να τοιχοκολλήσει στην πόρτα του καπιταλισμού την απόφαση οριστικής κατάσχεσης, απαλλοτρίωσης και κοινωνικοποίησης όλων των κλεμμένων περιουσιακών στοιχείων του και την απόδοση στο δημιουργό τους, στην εργαζόμενη κοινωνία.
Κάπως έτσι ναυαγεί σταδιακά η «καπιταλιστική επανάσταση που θα οδηγούσε την ανθρωπότητα από τον πρωτόγονο καπιταλισμό στον συλλογικό, εργασιακό, μικτό, εκσοσιαλισμένο και ευημερικό καπιταλισμό»[24]. Και είναι αυτή η ώρα των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού να αναλάβουν τις ευθύνες για να είναι ανώδυνο το πέρασμα από την καπιταλιστική βαρβαρότητα σε ένα καλύτερο κόσμο. Σε ένα κόσμο που δεν θα υπάρχει ιδιοκτησία, δεν θα υπάρχει κεφάλαιο και εκμετάλλευση και η εργασία θα πάψει να υπάρχει ως πηγή πλούτου για λίγους και πηγή δυστυχίας για τους πολλούς, αλλά ως απελευθερωμένη δημιουργική δραστηριότητα έμπνευσης και δεξιοτήτων και ως πηγή καθολικής ευημερίας, ισότητας, ελευθερίας, ειρήνης και πολιτισμού.
Ο καπιταλισμός, ως κοινωνική σχέση εξουσίας ανθρώπου πάνω σε άνθρωπο, που εκφράζεται με τη μορφή του δικαιώματος αποκλειστικής ατομικής ιδιοκτησίας εξουσιαστών πάνω σε πράγματα που παράχθηκαν από εξουσιαζόμενους, μπορεί να ανατραπεί μόνο με την ριζική κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και την αντικατάστασή της από την κοινοκτησία, με την έννοια της κοινοχρησίας και στην ουσία την καθολική ακτημοσύνη δηλαδή την κοινοκτημοσύνη, την κοινωνική αυτοδιαχείριση κάθε οικονομικής δραστηριότητας και την ισοκατανομή του κοινωνικού πλούτου.
Όσοι παρουσίασαν και συνεχίζουν να θέλουν να παρουσιάσουν τον άνθρωπο ως αρπακτικό και την ατομική ιδιοκτησία ως φυσικό δίκαιο, παραγνωρίζουν πως στη φύση δεν υπάρχει η έννοια της ιδιοκτησίας σε καμιά μορφή ζωής, ούτε και στα σαρκοβόρα θηρία τα οποία, ακόμα και όταν σκοτώνουν το θήραμά τους το κάνουν για να τραφούν και να επιζήσουν και όχι από πλεονεξία ‘για να πλουτίσουν’. Ακόμα και οι φωλιές, τα καταφύγια και οι ‘αποκλειστικές περιοχές’ δεν έχουν την έννοια της κτήσης, αλλά της χρήσης και μάλιστα της προσωρινής και συνήθως αμφισβητούμενης. Στη Φύση κυριάρχησε πάντα και σε όλες τις μορφές της ζωής η αίσθηση της κοινωνικότητας, της αλληλεγγύης, της αμοιβαίας συνεργασίας και της αλληλοβοήθειας και μάλιστα ανεξάρτητα από δεσμούς αίματος[25]. Τα συστήματα εξουσίας και πολλοί τιτλούχοι υπάλληλοί τους υποστηρίζουν, αναφερόμενοι ακόμα και στα πρώτα βήματα, πως η ανθρωπότητα δεν είναι παρά ένα σύνολο από άτομα-αγρίμια έτοιμα να αλληλοκατασπαραχθούν για να αποκτήσουν δύναμη και πλούτο. Αποσιωπούν όμως πως οι όποιες συγκρούσεις είχαν ως αποκλειστικό στόχο την εξασφάλιση της τροφής και συνεπώς πρωταρχικά δεν συγκρούονταν οι ανθρώπινες ομάδες μεταξύ τους, αλλά, συγκρούονταν οι βιολογικές ανάγκες τους με την πείνα τους και την έλλειψη τροφής. Αποφεύγουν επίσης να πουν πως όταν και όπου υπήρχε άφθονη τροφή για όλους εκεί δεν υπήρχαν αλληλοσπαραγμοί, μέχρι που εμφανίστηκε το κράτος και η ατομική ιδιοκτησία. Κάθε εξουσία έκτοτε προβάλλει τις ίδιες θεωρίες και τα ίδια επιχειρήματα, γιατί μόνο έτσι μπορεί να πείσει για τη δική της αναγκαιότητα και κάνει ότι μπορεί για να μην συντρέχουν συνθήκες καθολικής ευημερίας, ώστε ο καθένας να μπει στο στημένο εξουσιαστικό παιχνίδι του ανταγωνισμού, της αλληλοεξόντωσης και της συμμετοχής στη βαρβαρότητα. Κι’ όμως «η Φύση διδάσκει μην ανταγωνίζεστε. Ο ανταγωνισμός είναι βλαπτικός για τα είδη και υπάρχουν πολλοί τρόποι για να τον αποφύγουμε… Γι’ αυτό συνδυαστείτε, καταπιαστείτε με έργα αλληλοβοήθειας. Αυτό είναι το ασφαλέστερο μέσο, προκειμένου ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί να απολαύσουμε τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια, που είναι η καλύτερη εγγύηση για επιβίωση και ανάπτυξη σωματική, διανοητική και ηθική»[26].
Και όσοι υποστηρίζουν την άποψη πως η ατομική ιδιοκτησία είναι δικαίωμα και αξία που πηγάζει από την ανθρώπινη φύση, παραγνωρίζουν ή θέλουν να παραγνωρίζουν πως η ανθρωπότητα για εκατομμύρια χρόνια ζούσε χωρίς ιδιοκτησία και όταν ακόμα κατάφερε να οργανώσει την κοινωνική ζωή σε μόνιμους καταυλισμούς αναγνώρισε ως χρησιμότερη τη μορφή της κοινής ιδιοκτησίας, της κοινοκτημοσύνης επί του εδάφους, των εργαλείων, των υποδομών, των κοπαδιών των ζώων, την από κοινού καλλιέργεια, χρήση και εκτροφή με αποτέλεσμα την ίση και δίκαιη μοιρασιά, χωρίς προνόμια και παρεκκλίσεις. Ταξινομώντας την ιστορία της ιδιοκτησίας μπορούμε να καταλήξουμε στη διαπίστωση πως, η ιδιοκτησία ως έννοια και ως πραγματικότητα πέρασε από τα παρακάτω κύρια στάδια[27].
Πρώτο. Το στάδιο της ακτημοσύνης: Η ιδιοκτησία, σε ολόκληρη την περίοδο της αγριότητας που κράτησε εκατοντάδες χιλιάδες ή και εκατομμύρια χρόνια, και οι άνθρωποι τρέφονταν μετακινούμενοι συλλογικά, μοιράζοντας ίσα, ότι έβρισκαν στη Φύση, ή αποκτούσαν με το κυνήγι και το ψάρεμα, είναι, και για λόγους αντικειμενικούς, ανύπαρκτη ακόμα και ως έννοια για ‘δικό μου’ και ‘δικό σου’, γιατί το Εγώ ήταν ταυτισμένο με το Εμείς και συνεπώς όλα ήταν εξίσου κοινά, ήταν ‘δικά μας’ χωρίς να ανήκουν σε κανέναν.
Δεύτερο. Το στάδιο της κοινοκτημοσύνης: Η έννοια της ιδιοκτησίας εμφανίζεται στο τελευταίο στάδιο της βαρβαρότητας, ως κοινοκτημοσύνη και κοινοχρησία πάνω σε περιορισμένη καλλιεργούμενη έκταση γης και στις χορτολιβαδικές εκτάσεις, αλλά και πάνω στα προϊόντα που από κοινού παράγονταν και από κοινού καταναλώνονταν ισόμερα, χωρίς προνόμια και διακρίσεις και ανάλογα με τις εκάστοτε τρέχουσες ανάγκες του κάθε μέλους της κοινότητας οι οποίες ορίζονταν αντικειμενικά από την κοινότητα. Όταν στα επόμενα στάδια της βαρβαρότητας η μόνιμη εγκατάσταση, η καλλιέργεια της γης και η εκτροφή ζώων βελτίωσαν τις συνθήκες ζωής και επέτρεψαν την αύξηση του πληθυσμού των καταυλισμών, τότε η κοινόκτητη γη μοιράστηκε στα διάφορα γένη που αποτελούσαν τη νέα μεγάλη κοινότητα και τα οποία μοίραζαν κυκλικά και εναλλασσόμενα ανά τακτά χρονικά διαστήματα την κοινόκτητη γη στις οικογένειες που τα αποτελούσαν για να την καλλιεργούν. Και σε αυτό το στάδιο η γη ανήκε στο γένος κατά παραχώρηση από την κοινότητα, η παραγωγή γινόταν από κοινού και τα προϊόντα της μοιράζονταν δίκαια, χωρίς προνόμια και δυνατότητες πλουτισμού κάποιων σε βάρος κάποιων άλλων.
Τρίτο. Το στάδιο της ατομικής ιδιοκτησίας: Όταν η τεχνική εξέλιξη σε συνδυασμό με την συσσωρευμένη παραγωγική εμπειρία οδήγησαν στην παραπέρα αύξηση του πληθυσμού και κατά συνέπεια στην αύξηση και στον πολλαπλασιασμό των αναγκών, τότε έλαβε χώρα, με ειρηνικό ή με βίαιο τρόπο, η συγκρότηση μιάς κεντρικής κρατικής εξουσίας, η οποία αντί να δημιουργήσει συνθήκες ίσης ασφάλειας και αξιοπρεπούς διαβίωσης σε όλα τα μέλη της συγκεκριμένης κοινωνίας, επέτρεψε στους νικητές και στους ασκούντες την κρατική εξουσία να πλουτίζουν με τον ένα ή τον άλλο ‘θεμιτό’ ή αθέμιτο τρόπο σε βάρος των υπόλοιπων. Η θέσμιση της παρέκκλισης από την δοκιμασμένη κοινωνικά δίκαιη παράδοση της εθιμικής κοινοκτημοσύνης έγινε αναπόφευκτη, γιατί εκείνοι που μπορούσαν να πλουτίσουν σε βάρος των υπόλοιπων ήταν οι ίδιοι που νομοθετούσαν και κυβερνούσαν. Από τότε η ατομική ιδιοκτησία έγινε κυρίαρχη μορφή άσκησης θεσμικής βίας, πηγή πλουτισμού, καταστροφής της Φύσης και αιτία καταστροφικών πολέμων, μέχρι που φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση, όπου ο πλανήτης αποτελεί, κατά μεγάλο ποσοστό, ατομική ιδιοκτησία ελάχιστων παράνομα πλουτισάντων.
Με αυτό τον τρόπο το 80% και πλέον του πληθυσμού του πλανήτη στερείται κάθε ουσιαστικής μορφής ιδιοκτησίας και με αυτό στερείται κάθε δικαιώματος ελέγχου πάνω στους όρους της ζωής του, συνεπώς και των στοιχειωδώς απαραίτητων πόρων και αγαθών για την επιβίωσή του. Η κατάργηση της κοινοκτημοσύνης και η εμφάνιση, η αναγνώριση και νομιμοποίηση της ατομικής ιδιοκτησίας από τη σειρά του πατέρα, από το νεοσύστατο κράτος, προκάλεσε πλήρη διάλυση της παλιάς κοινωνίας, πυρήνας της οποίας ήταν το γένος, η φυλή και τον αντικατάστησε με τη μονογαμική, για τη γυναίκα, οικογένεια η οποία καθορίζεται από, και διευκολύνει, τα ιδιοκτησιακά συμφέροντα του άνδρα. «Η μονογαμική οικογένεια αναπτύχθηκε από τη συγκέντρωση μεγάλου πλούτου στα χέρια ενός, και μάλιστα στα χέρια ενός άντρα, και από την ανάγκη να κληρονομηθούν αυτά τα πλούτη από τα παιδιά αυτού του άντρα και κανενός άλλου. Γι’ αυτό ήταν αναγκαία η μονογαμία της γυναίκας και όχι του άντρα, έτσι που αυτή η μονογαμία της γυναίκας δεν εμπόδιζε καθόλου την ανοιχτή ή σκεπασμένη πολυγαμία του άντρα…»[28]. Αυτή η ρύθμιση έφερε σε πρώτο πλάνο το ατομικό σε βάρος του συλλογικού, του κοινοτικού, του κοινωνικού, του γενικού συμφέροντος με τις ανάλογες γνωστές συνέπειες. Αν μπορέσουμε να φανταστούμε μιά κοινωνία χωρίς τη νομική έννοια του ατομικού, του "ιδιοκτήτη και ιδιωτικού εξουσιαστή πατέρα" και αρκεστούμε στην έννοια του βιολογικού πατέρα σε συνθήκες του αμεσοδημοκρατικά αυτοδιευθυνόμενου συλλογικού Εμείς, τότε θα αντιληφθούμε πως η κοινοκτημοσύνη ανταποκρίνεται καλύτερα στις ατομικές και κοινωνικές ανάγκες και συνεπώς δεν υπάρχει κανένας λόγος να υπάρχει και η έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας, οπότε θα πάψουν να υπάρχουν και οι συνθήκες της ατομικής και κοινωνικής δυστυχίας που αποτελούν συνέπεια της αντικοινωνικής, αντιαναπτυξιακής και καταστροφικής ατομικής ιδιοκτησίας που γεννά ανισότητες, ανταγωνισμούς, οικονομικές κρίσεις και πολέμους.
Με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και του κοινωνικού πλούτου που θα σημάνει την κατάργηση του ατομικού πλούτου, η σημερινή οικογένεια θα απαλλαγεί από τις εκμεταλλευτικές σκοπιμότητες του κεφαλαίου, από το άγχος της επιβίωσής της και την κοινωνική καταπίεση και θα μπορέσει, ως ελεύθερη επιλογή, να μετεξελιχθεί και να λειτουργήσει ως θεσμός της καινούργιας κοινωνίας[29] και σαν κύτταρο πολιτισμού, συλλογικής και ατομικής ευτυχίας.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως στο στάδιο της κυριαρχίας της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής και στον κοινωνικό πλούτο, για λόγους που εξυπηρετούσαν καλύτερα την ατομική κερδοσκοπική επιχειρηματικότητα, αλλά και τη λεγόμενη ‘αναγκαία πολιτική σταθερότητα’, εμφανίστηκαν συμπληρωματικές, προς την ατομική, μορφές ιδιοκτησίας, όπως η εταιρική ή ανώνυμη, η εκκλησιαστική, η κρατική και η ‘δημόσια’ ιδιοκτησία. Αυτές οι μορφές ιδιοκτησίας ελέγχονται και λειτουργούν υπέρ του γενικού ταξικού συμφέροντος της άρχουσας τάξης και συνεπώς στην ουσία δεν είναι παρά μορφές ταξικής ιδιοκτησίας που λειτουργούν συμπληρωματικά και προς το συμφέρον της ατομικής ιδιοκτησίας και σε βάρος του κοινωνικού συνόλου. Πολλοί επιμένουν, από άγνοια ή από σκοπιμότητα, να παρουσιάζουν την ‘δημόσια’ ιδιοκτησία σε συνθήκες καπιταλισμού, ως κοινωνική ιδιοκτησία. Όμως το γεγονός πως, στο καθεστώς της δημόσιας ιδιοκτησίας σε συνθήκες καπιταλισμού, οι εργαζόμενοι δεν είναι κύριοι της εργασίας τους, και παρά την όποια καλύτερη μεταχείρισή τους, σε σχέση με τους εργαζόμενους σε καθεστώς ιδιωτικής ιδιοκτησίας, εξακολουθούν να βρίσκονται σε καθεστώς εκμετάλλευσης. Εκμετάλλευση δεν είναι μόνον το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι δεν εισπράττουν ολόκληρο το προϊόν της εργασίας τους. Η εκμετάλλευση συνίσταται κύρια στο γεγονός ότι κάποιοι άλλοι, που αποτελούν μια άλλη κοινωνική τάξη, έχουν το δικαίωμα της διάθεσης και προσφοράς της υπηρεσίας ή της διανομής του προϊόντος, αφού αυτοί αποφασίζουν ποιο μέρος του προϊόντος θα διατεθεί για μισθούς, ποιο μέρος θα κρατήσουν για τον εαυτό τους και ποιο για άλλους σκοπούς. Το καθεστώς της δημόσιας ιδιοκτησίας, αποτελεί μέρος της ρύθμισης της παραγωγικής διαδικασίας και επιτελείται από την κρατική γραφειοκρατία, για λογαριασμό της κυρίαρχης τάξης των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής[30].
Τέταρτο στάδιο. Η διαρκής διεκδίκηση της κοινοκτημοσύνης: Όπως είδαμε, στη διαδρομή της ανθρώπινης ιστορίας και ιδιαίτερα από την περίοδο εμφάνισης της κρατικής εξουσίας που γέννησε και την ατομική ιδιοκτησία, η εργαζόμενη ανθρωπότητα, εκφράζεται σταθερά και σύμφωνα με τις ιστορικές μαρτυρίες με ενιαία αντίληψη και συνείδηση κατά της όποιας μορφής ιδιοκτησίας και γι’ αυτό δεν σταμάτησε να διεκδικεί με κάθε τρόπο την κοινοκτημοσύνη, ως την αναγκαία συνθήκη της ισότητας, της ελευθερίας, της ευημερίας, της δημοκρατίας και της ειρήνης. Ταυτόχρονα συνέχισε ακατάπαυστα να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την εφικτότητα της κατάργησης κάθε μορφής ιδιωτικής, εκκλησιαστικής, ταξικής, κρατικής και δημόσιας ιδιοκτησίας, η οποία, τελικά καθιστά σήμερα, στις αρχές του 21ου αιώνα, δυνατή την κοινωνικοποίηση όλων των μορφών πλούτου που χιλιάδες χρόνια διαμορφώνεται συνολικά από τις διαχρονικές δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού και συνολικά από την εργαζόμενη κοινωνία-ανθρωπότητα[31].
Έτσι θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε το πρόβλημα της ατομικής-ταξικής-κρατικής ιδιοκτησίας, ως πρόβλημα μιάς εκμεταλλευτικής εξουσίας, η οποία οδήγησε στη σημερινή καπιταλιστική βαρβαρότητα, η παράκαμψη της οποίας προϋποθέτει την κατάργηση κάθε μορφής εξουσίας και συνεπώς κάθε μορφής ιδιοκτησίας. Αυτή η πραγματικότητα επιτρέπει τη διατύπωση της άποψης, πως, όπως η κοινοκτημοσύνη διασφάλισε την ύπαρξη του ανθρώπινου είδους για εκατομμύρια χρόνια, έτσι και η επαναφορά της με τη μορφή της σύγχρονης κοινωνικοποίησης, μπορεί να σώσει την παραπέρα ύπαρξη του ανθρώπινου είδους και του πολιτισμού του, που κινδυνεύουν από την νοσηρότητα, την αντικοινωνικότητα, την καταστροφικότητα και την απανθρωπιά της όποιας ατομικής, εταιρικής, εκκλησιαστικής, ταξικής, κρατικής και ‘δημόσιας’ ιδιοκτησίας. Η κοινοκτημοσύνη απαιτεί κοινή αμεσοδημοκρατική διοίκηση της παραγωγικής δραστηριότητας, καθώς μόνον έτσι μπορεί να πάρει σάρκα και οστά η κοινοκτημοσύνη, που είναι η βάση της ισότητας και το περιεχόμενο της κοινωνικής ζωής.
Το συμπέρασμα αυτής της σύντομης προσέγγισης είναι πως ο καπιταλισμός που στηρίζεται πάνω σε σχέσεις ατομικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και παρά την ιδιαίτερα αποτελεσματική βοήθεια των θρησκευτικών μύθων και ιερατείων[32], έχει εξαντλήσει προ πολλού τον ιστορικό του ρόλο, έχει απολέσει οριστικά την ικανότητά του να οδηγήσει την κοινωνία-ανθρωπότητα σε έναν καλύτερο κόσμο και εξελίσσεται σε θανάσιμη απειλή για την ανθρωπότητα[33]. Γι’ αυτό κάθε απόπειρα εξευγενισμού, εξορθολογισμού μέσω κάποιας υποτιθέμενης σοσιαλδημοκρατικού ή τριτοτεταρτοδιεθνιστικού τύπου ‘αριστερής διαχείρισης’ του καπιταλισμού που οδηγεί ακόμα πιο βαθειά στην καπιταλιστική βαρβαρότητα, αν δεν είναι αφέλεια είναι συνειδητή απάτη που αποσκοπεί στο να παραπλανήσει και να εκτρέψει την κοινωνία από τον διαχρονικό στρατηγικό της στόχο για οικονομική και κοινωνική ισότητα στα πλαίσια της άμεσης δημοκρατίας με περιεχόμενο την αταξική κοινωνία.
Άλλη εναλλακτική επιλογή εκτός από την ανάδειξη των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, δηλαδή της ίδιας της εργαζόμενης κοινωνίας σε αυτοδιευθυνόμενο υποκείμενο της αταξικής ουμανιστικής επανάστασης και της ιστορίας δεν υπάρχει.


[1] Henry Ireton (1611-1651. Άγγλος στρατηγός του Κοινοβουλευτικού στρατού κατά τη διάρκεια του Αγγλικού εμφύλιου πολέμου (1642–1651), μεταξύ μοναρχικών και αντιμοναρχικών, και γαμπρός του Όλιβερ Κρόμγουελ.
[2] Πιερ Ζοζέφ Προυντόν (Pierre Josef Prοudhon) (1809 - 1865). Γάλλος πολιτικός κορυφαίος θεωρητικός του αναρχικού κινήματος.
[3] Λάμπος Κώστας, Κοινωνικοποίηση και κοινωνική διάσπαση της εργασίας, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, τεύχος 26/1986, επίσης, Λάμπος Κώστας, Προβλήματα καταμερισμού της εργασίας στις συνθήκες του σύγχρονου ελληνικού αγροτικού νοικοκυριού, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, τεύχος 45/1988.
[4] «Δεν είμαστε νέος λαός με λευκό μητρώο και με φτωχική κληρονομιά. Έχουμε παραχωρήσει στον εαυτό μας (…) ένα εντελώς δυσανάλογο μερίδιο του πλούτου και του εμπορίου όλου του κόσμου. Πήραμε όσο έδαφος θέλαμε και η αξίωσή μας να αφεθούμε ανενόχλητοι να απολαμβάνουμε τις τεράστιες και θαυμαστές κτήσεις μας, που αποκτήθηκαν κατά κύριο λόγο με τη βία και διατηρούνται κυρίως με τη δύναμη, συχνά φαίνεται λιγότερο λογικό στους άλλους απ’ ότι σε εμάς», Ουίνστον Τσώρτσιλ, Αναφέρεται στο Chomsky Noam, Περί αναρχισμού, ΚΕΔΡΟΣ, Αθήνα 2009, σελ. 177.
[5] «Αν ένας άνθρωπος, που γεννιέται σε έναν ήδη κατεχόμενο κόσμο, δεν διαθέτει η οικογένειά του τα μέσα να τον θρέψει, ή όταν η κοινωνία δεν χρειάζεται την εργασία του, τότε αυτός ο άνθρωπος δεν έχει το παραμικρό δικαίωμα να απαιτήσει τροφή, γιατί είναι πλεονάζων πάνω στη Γη», Αναφέρεται στο: Blanqui Adolph, Geschichte der politischen Ökonomie in Europa, Verlag Detlev Auvermann KG, Glashütten im Taunus 1971, Unveränderter Neudruck der Ausgabe Karlsruhe 1841, Zweiter Band, Seite 105. Βλέπε επίσης, Κακουριώτης Θάνος, Γερασμένη Ευρώπη και ‘νεομαλθουσιανισμός’, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 28.01.2008.
[6] Άγγλος οικονομολόγος (1766-1854). Σπούδασε θεολογία και έγινε κληρικός της αγγλικανικής εκκλησίας για αρκετό διάστημα. Εγκατέλειψε όμως την ιερατική του σταδιοδρομία για να ασχοληθεί με την οικονομία. Το 1798 δημοσίευσε το έργο "Μελέτη περί της θεωρίας του πληθυσμού και των επιδράσεών του στη μελλοντική βελτίωση της κοινωνίας". Στο έργο αυτό υποστήριζε ότι, ενώ τα μέσα συντήρησης αυξάνονται κατά αριθμητική πρόοδο (2,4,6,8 κλπ.), ο πληθυσμός αυξάνεται κατά γεωμετρική πρόοδο (2,4,8,16,32 κλπ.). Γι’ αυτό πρότεινε να εφαρμοστούν όλα τα μέτρα που θα συνέβαλαν στη στασιμότητα και στη μείωση του παγκόσμιου πληθυσμού, που τότε ανέρχονταν περίπου στο 1 δισεκατομμύριο. Η ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας απόδειξαν τον αντεπιστημονικό χαρακτήρα της θεωρίας του Μάλθους και κατάδειξαν πως η φτώχεια είναι ένα πολιτικό-συστημικό πρόβλημα και συνεπώς δεν θα υπήρχε αν στα παραγόμενα αγαθά είχαν όλοι οι κάτοικοι του πλανήτη ισότιμη πρόσβαση και ανάλογη με τις ανάγκες τους. Δεν υπάρχουν πλεονάζοντες άνθρωποι, αλλά ανισοκατανομή λιγότερων αγαθών επειδή σκόπιμα παράγονται περισσότερα όπλα, μέσα και υπηρεσίες εξουσίας για να διατηρηθεί το απάνθρωπο καπιταλιστικό σύστημα, που στηρίζεται στην ανισότητα, στη βία, στην καταστροφή και στο θάνατο.
[7] Λατούς Σερζ, Το στοίχημα της αποανάπτυξης, ΒΑΝΙΑΣ, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 71.
[8] Βλέπε σχετικά, Λάμπος Κώστας, Αμερικανισμός και παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του Φόβου και της Παρακμής, ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα 2009.
[9] «Η πρώτη ιδιοκτησία του ανθρώπου που συναντούμε είναι το όνομά του, Το θεωρεί τόσο πολύτιμο που δεν το φανερώνει στους ξένους. Το χαρίζει μόνο στους φίλους», Λαφάργκ Πωλ, Η εξέλιξη της ιδιοκτησίας, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΔΗ, Αθήνα χ. χ. , σελ. 15.
[10] Κατά τον γνωστό ανθρωπολόγο Levis Henry Morgan το δικαίωμα ιδιοκτησίας πάνω στη γη καθιερώθηκε προοδευτικά, ακολουθώντας τα στάδια της κοινής, φυλετικής, κοινοτικής, οικογενειακής και ατομικής ιδιοκτησίας, με την εμφάνιση της κεντρικής κρατικής εξουσίας, μετά τον Θησέα (987 π. Χ.) και τον Σόλωνα (640-560 π. X.) στην Αθήνα, με το Λυκούργο (592/1 π. Χ.), στη Σπάρτη (800 π. Χ.) και με τον Ρωμύλο στη Ρώμη (750 π. Χ.). Κατ’ άλλους αυτή η διαδικασία είναι πολύ αρχαιότερη και ανάγεται στο πρώτο και αρχαιότερο κράτος της ανθρώπινης ιστορίας, που ιδρύθηκε στην αρχαία Βαβυλωνία από τον Χαμουραμπί, που βασίλεψε μεταξύ 2.123-2.081 π. Χ., βλέπε Morgan Levis Henry, Η αρχαία κοινωνία, ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΔΗΣ, Αθήνα χ. χ. Βλέπε επίσης «Ο Κώδικας του Χαμουραμπί και άλλοι κώδικες της Μεσοποταμίας», εισαγωγή: Περικλής Ροδάκης, ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ, Αθήνα 1982.
[11] Με τον όρο οικοκτησία εννοώ τα αναγκαία για την επιβίωση περιουσιακά στοιχεία μιας οικογένειας, με κεντρικό στοιχείο τον ίδιο τον "οίκο", που δημιουργήθηκαν, όχι από την Πολιτεία ως όφειλε, αλλά, για λόγους εκμετάλλευσης, με τοκογλυφικά δάνεια και μεγάλες θυσίες για την εξασφάλιση της επιβίωσής της, η οποία δοκιμάζεται από την μεγάλη καπιταλιστική ιδιοκτησία, αλά και από την έλλειψη της αναγκαίας κοινωνικής μέριμνας.
[12] Ο Παναγής Λεκατσάς πηγαίνει τη σκέψη μας πολύ πιο βαθιά στην ιστορία, όταν υποστηρίζει πως η κοινωνία δομήθηκε αρχικά πάνω ‘στο δεσμό της Μάνας με το Παιδί και στην ομαδική Μητρότητα’ και γι’ αυτό ήταν μητριαρχική, αφού οι άνδρες ζούσαν τον περισσότερο χρόνο τους εκτός καταυλισμών κυνηγώντας. Η μετεξέλιξη της τροφοσυλλεκτικής και κυνηγετικής κοινωνίας σε αγροτική και κτηνοτροφική συνοδεύτηκε από τη μονιμότερη, αν όχι τη μόνιμη, εγκατάσταση, πράγμα που επέτρεψε το σταδιακό σχηματισμό κάποιας κοινοτικής περιουσίας, αλλά και τη μόνιμη παρουσία των ανδρών στους καταυλισμούς, με αποτέλεσμα η κοινοτική διαχείριση, αλλά και ο έλεγχος της συλλογικής (και όχι ακόμα της ατομικής-ιδιωτικής) περιουσίας να περνά σταδιακά στους άνδρες, οπότε και η μητριαρχική κοινωνία μετασχηματίζεται σε πατριαρχική. Το συμπέρασμα είναι πως ‘η αρχή της πατρότητας, είναι τεχνητή και επιβάλλεται από λόγους μοναχά κοινωνικούς, … που όμως κλονίζει την κοινοκτημονική βάση και την ισο-κρατική ισορροπία των σχέσεων της παλαιότερης κοινωνίας’, Λεκατσάς Παναγής, Η Μητριαρχία και η σύγκρουσή της με την Ελληνική Πατριαρχία, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΙΜΕΝΑ, Αθήνα 1970, σελ. 47-50.
[13] Το γεγονός πως ο Σόλωνας ήταν ο ίδιος πλούσιος αριστοκράτης και συνεπώς εκφραστής του φόβου της τάξης των δυνατών, που ‘κλέβουν αριστερά και δεξιά χωρίς σεβασμό σε ιερά ή δημόσια κτήματα’, σε συνδυασμό με το άλλο γεγονός, πως οι διαμαρτυρίες και οι εξεγέρσεις των μικροκαλλιεργητών, των θυτών και των δούλων θα μπορούσαν να ανατρέψουν την αριστοκρατική τάξη πραγμάτων, μας επιτρέπει μια διαφορετική, από την παραδοσιακή, ανάγνωση της σκοπιμότητας της νομοθεσίας του Σόλωνα, ως ‘νομοθετική παγίδα’ υπέρ των πλουσίων και όχι υπέρ των φτωχών, με την οποία από τότε οι πλούσιοι δανείζουν τους φτωχούς και κάθε φορά που το σύστημα μπουκώνει (οικονομική κρίση το λένε) και η αριστοκρατική τάξη απειλείται, τότε κάποιος βασιλιάς, κάποιος δικτάτορας, ή κάποιος ‘καλός δανειστής χαρίζει τα χρέη’, όχι από αγάπη για τους φτωχούς, αλλά για να ξαναπάρει μπροστά το σύστημα της εκμετάλλευσής. Αυτός ήταν βασικά και ο λόγος που ο Σόλωνας ανάλαβε να «συμβιβάσει τους άπληστους δυνατούς, που συνειδητοποίησαν ότι η εξαθλίωση των πολιτών υπονομεύει και την ίδια τους την ύπαρξη, με τους υποδουλωμένους σε αυτούς από τα χρέη συμπολίτες του, προκειμένου να αποφευχθεί η πολιτική ανατροπή. Έτσι οι άπληστοι και δυνατοί αποδέχτηκαν, μεταξύ άλλων, να κάνουν και οικονομικές παραχωρήσεις, αποδεχόμενοι τη ρύθμιση της ‘σεισάχθειας’, για παραγραφή των χρεών των υποδουλωμένων σε αυτούς συμπολιτών τους και την κατάργηση της πρακτικής της υποθήκης ‘επί σώμασι’, δηλαδή υποθήκης της φυσικής και πολιτικής ελευθερίας των πολιτών για τη λήψη του χρηματικού δανείου», με αντάλλαγμα την κατάργηση της κοινοκτησίας και την για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία τόσο κατηγορηματικά κατοχυρωμένη θέσπιση του δικαιώματος της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στην κοινόκτητη γη στον πρωτότοκο γιό του εκάστοτε αρχηγού της οικογένειας η οποία μέχρι τότε καλλιεργούσε εναλλακτικά διάφορα κομμάτια της κοινόκτητης γης, βλέπε σχετικά και το σχόλιο: Παραρά Πολυβία, Μαθήματα Δημοκρατίας από τον Σόλωνα, στην Καθημερινή της 20.09.2011.
[14] Βλέπε σχετικά, Κορδάτος Γιάννης, Μεγάλη ιστορία της Ελλάδας, Εκδόσεις 20ος αιώνας, Αθήνα 1956, τόμος ΙΙ, σελ. 305.
[15] «Θεώρησαν σαν αξίωμα, ότι το κεφάλαιο σαν μορφή σύγχρονης ιδιοκτησίας που επικράτησε, είναι αιώνιο. Κούρασαν τον εγκέφαλό τους για να αποδείξουν ότι το κεφάλαιο γεννήθηκε μαζί με τον κόσμο, που δεν μπορεί να έχει τέλος, γιατί δεν έχει αρχή… Παράλειψαν όμως να αποδείξουν ότι και ο όρος ‘κεφάλαιο’ υπάρχει από αιώνες… Ο Σεμπαστιάν Μερσιέ στο Λεξικό του των «Νέων Λέξεων», δημοσιευμένο το 1802, έκρινε αναγκαία την καταχώριση: ‘Η λέξη κεφαλαιούχος είναι σχεδόν άγνωστη έξω από το Παρίσι και σημαίνει άνθρωπος με κολοσσιαία πλούτη, με καρδιά από ατσάλι και καμιά άλλη συγκίνηση εκτός απ’ την προερχόμενη από τον ήχο των νομισμάτων’», Λαφάργκ Πωλ, Η εξέλιξη της ιδιοκτησίας…, ό. π., σελ.5-6.
[16] «Από τότε που ο Μπίσμαρκ άρχισε τις κρατικοποιήσεις, εμφανίστηκε ένας ψευτοσοσιαλισμός που … ανακηρύσσει ούτε λίγο ούτε πολύ σαν σοσιαλιστική κάθε κρατικοποίηση… Αν η κρατικοποίηση του καπνού ήταν σοσιαλιστική, τότε και ο Ναπολέοντας και ο Μέττερνιχ θα καταλογίζονταν αναμφίβολα στους ιδρυτές του σοσιαλισμού… Αν ήταν έτσι τότε θα ήταν σοσιαλιστικοί θεσμοί και η βασιλική εταιρία του θαλάσσιου εμπορίου, η βασιλική μανουφακτούρα πορσελάνης και ακόμα το ραφείο του λόχου στο στρατό, ή ακόμα και η κρατικοποίηση των οίκων ανοχής, που την είχε προτείνει μ' όλη τη σοβαρότητα κάποιος κατεργάρης στα 1830-1840, τον καιρό της βασιλείας του Φρειδερίκου - Γουλιέλμου III», Ένγκελς Φρίντριχ στο Αντι-Ντύριγκ, ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, Αθήνα 2006.
[17] Λαφάργκ Πωλ, Η εξέλιξη της ιδιοκτησίας…, ό. π., σελ. 5-14.
[18] «Τα διακριτικά χαρακτηριστικά του πρωτόγονου καπιταλισμού είναι: α. Ατομική ιδιοκτησία πάνω στα κεφαλαιουχικά μέσα. β. Κανένας περιορισμός στην ιδιοκτησία αυτή, και κατά συνέπεια απεριόριστη συγκέντρωσή της. γ. Καπιταλιστική μορφή της διανομής, με πλήρη απόδοση στους ιδιοκτήτες του κεφαλαίου των κερδών της παραγωγικής τους περιουσίας. δ. Βιοτικό επίπεδο ίσο με το ελάχιστο όριο συντηρήσεως, ή ακόμη χαμηλότερο, για τις εργαζόμενες μάζες του πληθυσμού», Kelso Louis O. και Adler Mortimer J., Το Καπιταλιστικό μανιφέστο, Αθήνα 1964, σελ. 94.
[19] Βλέπε σχετικά, Λάμπος Κώστας, Συνεταιρισμοί και ανάπτυξη, ΤΥΠΩΘΗΤΩ-Δαρδανός, Αθήνα 1999.
[20] Βλέπε αναλυτικά, Lambos Kostas, Abhaengigkeit und fortgeschrittene Unterentwicklung dargestellt am Beispiel der Landwirtschaft Griechenlands, R. G. Fischer Verlag, Frankfurt am Main 1981 και Λάμπος Κώστας, Εξάρτηση, προχωρημένη υπανάπτυξη και αγροτική οικονομία της Ελλάδας, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΙΧΜΗ, Αθήνα 1983.
[21] Kelso Louis O. και Adler Mortimer J., Το Καπιταλιστικό Μανιφέστο…, ό. π., σελ. 173.
[22] Ό. π., σελ. 5.
[23] Heintzeler Wolfagang, Volkskapitalismus. Die freiheitliche Wirtschaftsordnung der Zukunft, Econ Verlag Duesseldorf-Wien 1968, Seite 68.
[24] Kelso Louis O. και Adler Mortimer J., Το Καπιταλιστικό Μανιφέστο…, ό. π., σελ. 95.
[25] Είναι γνωστή η φροντίδα των μεγάλων και δυνατών ζώων, για τα μικρά και τα αδύνατα μέλη των αγελών τους, συχνά και για μικρά μέλη άλλων ειδών ζώων. Χαρακτηριστική είναι και η συμπεριφορά των πουλιών που αποδημούν σε σχηματισμούς μεγάλων σμηνών, στα οποία εναλλάσσονται οι ρόλοι των οδηγών, των πλευρικών φρουρών και των οπισθοφυλάκων, για να περιοριστούν στο ελάχιστο οι απώλειες μελών των σμηνών, βλέπε σχετικά, Κροπότκιν Πιότρ Αλεξέγεβιτς, Αλληλοβοήθεια. Ένας παράγοντας εξέλιξης, ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ. Αθήνα 2009, σελ. 60 κ. επ.
[26] Ό. π., σελ. 91.
[27] Morgan Lewis Henry, Η αρχαία κοινωνία.., ό. π. σελ. 515-527, και Ένγκελς Φρίντριχ, Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΔΗΣ, Αθήνα χ. χ., σελ. 25-32.
[28] Ένγκελς Φρίντριχ, Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΔΗΣ, Αθήνα χ. χ. , σελ. 82-83.
[29] Η μονογαμική οικογένεια, λέει ο Καστοριάδης, ήταν και είναι απλώς μονάδα παραγωγής και κατανάλωσης και ένα μικρό κοινόβιο στη βάση της ατομικής ιδιοκτησίας και της πατρικής εξουσίας. Ήταν και είναι το πλαίσιο που διαμόρφωνε ρόλους, έδινε και συνεχίζει να δίνει την τελική πραγματοποίηση και κύρωση στην ταυτότητα των φύλων. Και ήταν και είναι μονάδα ανατροφής παιδιών, το εργαστήριο μέσα στο οποίο παράγεται και αναπαράγεται συνεχώς το βασικό κοινωνικό εργαλείο, δημιούργημα της κοινωνίας, ο άνθρωπος ως προσωπικότητα, ως ατομικός άνθρωπος. Αυτό που ονομάζεται σήμερα ‘κρίση νεότητας’ εκφράζει την κατάρρευση αυτής της οικογένειας σαν εργαστήριο κατασκευής αυτού του κοινωνικού εργαλείου… Όταν επινοηθεί ένας άλλος θεσμός που θα αναπληρώνει αυτή τη λειτουργία της οικογένειας και θα εντάσσεται στη νέα πραγματικότητα, τότε θα μπορούμε να δημιουργήσουμε καινούργιες μορφές συμβίωσης και συνεπώς μια καινούργια κοινωνία, βλέπε, Καστοριάδης Κορνήλιος, Το επαναστατικό πρόβλημα σήμερα, Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1984, σελ. 29-30.
[30] Πάννεκουκ Άντον, Δημόσια Ιδιοκτησία και Κοινοκτημοσύνη, Εκδόσεις των Συναδέλφων, Αθήνα 2011.
[31] Βλέπε αναλυτικά, Λάμπος Κώστας, Άμεση Δημοκρατία και αταξική κοινωνία. Η μεγάλη πορεία της ανθρωπότητας προς την κοινωνική ισότητα και τον ουμανισμό, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2012
[32] Βλέπε σχετικά, Λάμπος Κώστας, Θεός και Κεφάλαιο, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2015.
[33] Λάμπος Κώστας, Αμερικανισμός και παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του Φόβου και της παρακμής, ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα 2009.

Δεν υπάρχουν σχόλια: